-
1 λιβανωτός
1 frankincense κατὰ χρυσόκερω λιβανωτοῦ (sc. εὔχεσθαι: cf. Σ, Aristid., 2. 91K, ὁ Πίνδαρος διασύρων τινὰ ὡς ἄγαν τρυφῶντα τοῦτο εἶπεν, ἐντεῦθεν δεικνὺς αὐτὸν ὅτι καὶ ἐν ταῖς πρὸς τοὺς θεοὺς εὐχαῖς βλακείᾳ ἐχρῆτο) fr. 329. -
2 χρυσόκερως
1 with golden, gilded hornsχρυσόκερων ἔλαφον θήλειαν O. 3.29
κατὰ χρυσόκερω λιβανωτοῦ (sc. εὔχεσθαι: cf. Porphyr., de abstinentia, 2. 15, τοῦ Θετταλοῦ ἐκείνου λτ;τοῦγτ; τοὺς χρυσόκερως βοῦς καὶ τὰς ἑκατόμβας τῷ Πυθίῳ προσάγοντος Σ, Aristid., 2. 91K, ὁ Πίνδαρος διασύρων τινὰ πλούσιον ὡς ἄγαν τρυφῶντα) fr. 329.
Перевод: со всех языков на английский
с английского на все языки- С английского на:
- Все языки
- Со всех языков на:
- Английский